content

ΑΛΦΡΕΝΤ ΑΝΤΛΕΡ (1870-1937)

06.11.2009 |
06.11.2009
Γράφει: η Ειρήνη Τζελέπη, Συμβουλευτική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, Pg.Dipl., MSc., City University, Λονδίνο, irini.tzelepi@yahoo.gr

Ο Άλφρεντ Άντλερ γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1870 στη Βιέννη. Ο πατέρας του ήταν έμπορος δημητριακών, μετανάστης από την Ουγγαρία, και τα εισοδήματα της εργασίας του επέτρεπαν στην οικογένεια να ζει μια άνετη μεσοαστική ζωή. Ο Άλφρεντ ήταν το τρίτο από τα εφτά παιδιά της οικογένειας (πέντε αγόρια και δύο κορίτσια), εκ των οποίων το μεγαλύτερο ήταν αγόρι και το δεύτερο ήταν κορίτσι. Ο ίδιος ως παιδί ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητο και ασθενικό. Υπέφερε από ραχίτιδα και σπασμούς της γλωττίδας, προβλήματα που τον έθεταν σε σοβαρό κίνδυνο ασφυξίας και θανάτου όποτε φώναζε ή έκλαιγε. Αλλά και άλλες εμπειρίες κατά την παιδική του ηλικία τον είχαν θέσει σε άμεση επαφή με την εμπειρία και το φόβο του θανάτου. Ήταν μόλις τριών ετών όταν ο μικρότερος αδερφός του πέθανε στο διπλανό μόλις κρεβάτι από εκείνον. Ένα χρόνο αργότερα ο ίδιος εκδήλωσε πνευμονία και κινδύνευσε να πεθάνει. Αλλά και δύο φορές κατά την παιδική του ηλικία ξέφυγε από τον έλεγχο της μητέρας του και χάθηκε στους δρόμους. Οι φυσικές αδυναμίες που αντιμετώπιζε λόγω της κατάστασης της υγείας του έκαναν τους γονείς του υπερπροστατευτικούς μαζί του και η μητέρα του τον φρόντιζε πάντα ιδιαίτερα. Αργότερα ένιωσε να «εκθρονίζεται» από τη γέννηση του μικρότερου αδερφού του. Ζήλευε όμως πολύ και το μεγαλύτερο αδερφό του, Σίγκμουντ, και οι σχέσεις τους ήταν πάντα τεταμένες κατά την παιδική και εφηβική τους ηλικία.

Τα πρώτα χρόνια της ζωής του χαρακτηρίζονται ιδιαίτερα από την πάλη του να ξεπεράσει την αδυναμία που βίωνε λόγω των προβλημάτων υγείας αλλά και το αίσθημα κατωτερότητας που αυτά του δημιουργούσαν. Οι γιατροί συνιστούσαν πάντα καθαρό αέρα για τη βελτίωση της κατάστασης της υγείας του, γι’ αυτό και οι γονείς του τον ενθάρρυναν να παίζει έξω από το σπίτι. Η επαφή με το παιχνίδι και τα άλλα παιδιά τού έδιναν δύναμη και θάρρος και άρχισε έτσι να αποκτά ένα ευρύτερο κοινωνικό ενδιαφέρον. Πράγματι, η ζωή του ως παιδί στους δρόμους της συνοικίας Πέντσινγκ (τη σημερινή 13η συνοικία της Βιέννης) του πρόσφερε σημαντικές εμπειρίες. Ο ίδιος πάντα έλεγε αργότερα ότι την «ανθρωπογνωσία» του την οφείλει «στην καριέρα του ως παιδί στους δρόμους»! Οι αναμνήσεις από τα παιχνίδια αυτά ήταν πολύ ευχάριστες και σε όλη του τη ζωή αναζητούσε πάντα την παρέα και την υποστήριξη των άλλων στις δύσκολες στιγμές.

Η σχέση με τον πατέρα του ήταν ιδιαίτερα στενή και τρυφερή και τον θυμόταν πάντα να του λέει στους περιπάτους τους στα πάρκα της Βιέννης: «Άλφρεντ, μην είσαι ευκολόπιστος». Πράγματι, διερευνούσε πάντα επισταμένα οποιαδήποτε δήλωση ή πληροφορία πριν την δεχτεί χωρίς καμία αμφιβολία. Μια άλλη ανάμνηση από την παιδική του ηλικία, την οποία του άρεσε να διηγείται σε παιδιά που αντιμετώπιζαν προβλήματα στο σχολείο, ήταν σχετική με τη σχολική του απόδοση. Επρόκειτο για μια χρονιά κατά την οποία είχε πράγματι χάσει το ενδιαφέρον του για το σχολείο και είχε επίσης αποτύχει και στο μάθημα των μαθηματικών. Ο δάσκαλός του συνέστησε στον πατέρα του να τον στείλει για μαθητεία σε κάποιον υποδηματοποιό καθώς έκρινε ότι θα ήταν δύσκολο να καταφέρει ακόμη και να αποφοιτήσει από το σχολείο. Ο πατέρας του μόνο γέλασε όταν το άκουσε αυτό και εξέφρασε αποδοκιμασία για τα λόγια του δασκάλου. Αλλά κι ο ίδιος πήρε θάρρος και υπερηφάνεια από τη στάση του πατέρα του και αποφάσισε να δείξει στο δάσκαλό του τι μπορούσε πραγματικά να κάνει. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα κατέβαλλε όλες του τις δυνάμεις για να αναπληρώσει τα κενά και σχεδόν έγινε πρώτος στην τάξη του στα μαθηματικά. Έκτοτε δεν αντιμετώπισε ξανά δυσκολίες στην απόδοσή του στο σχολείο.

Τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε από νεαρή ηλικία τον έκαναν να «ανακοινώσει» σε ηλικία μόλις τεσσάρων ετών την απόφασή του να γίνει γιατρός για να μπορέσει να αντιμετωπίσει και να πολεμήσει θανατηφόρες ασθένειες. Η απόφασή του αυτή δεν άλλαξε κατά την πορεία και έτσι εισήχθη στην Ιατρική Σχολή της Βιέννης από την οποία αποφοίτησε το 1895. Η άποψη και η δεοντολογία του περί του ιατρικού επαγγέλματος διαμορφώθηκαν από σημαντικούς δασκάλους που γνώρισε οι οποίοι τόνιζαν ότι ο γιατρός πρέπει πάντα να αντιμετωπίζει τον ασθενή ως «ολότητα» και όχι μόνο ως μια συγκεκριμένη ασθένεια. Επίσης, ότι κάθε γιατρός, «αν θέλει να γίνει ένας καλός γιατρός, πρέπει πρώτα να γίνει ένας καλός άνθρωπος». Κατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων τον έλκυε ιδιαίτερα η ανθρωπιστική πλευρά του σοσιαλισμού που τόνιζε την ισότητα και τη συνεργασία μεταξύ των ανθρώπων και τη διατήρηση της δημοκρατικής παράδοσης μέσα στην κοινωνία. Έγινε και ο ίδιος ένας ένθερμος υποστηρικτής του κοινού μέσου ανθρώπου και αγωνίστηκε ενάντια στην καταπίεση των μαζών καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Κατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων συνδέθηκε με μια ομάδα σοσιαλιστών φοιτητών μεταξύ των οποίων γνώρισε και τη μέλλουσα γυναίκα του, τη Ράισα Τιμόφεβνα Απστάιν (Raissa Timofeyewna Epstein), κοινωνική ακτιβίστρια από τη Ρωσία που σπούδαζε στη Βιέννη. Παντρεύτηκαν το 1897 και απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τη Βαλεντίνα (1898), την Αλεξάνδρα (1901), τον Κούρτ (1905) και τη Νέλλη (1909). Δύο από τα παιδιά του Άλφρεντ Άντλερ, η Αλεξάνδρα και ο Κούρτ, ακολούθησαν επίσης την επιστήμη της Ψυχιατρικής και διακρίθηκαν στο επάγγελμά τους.

Ο Άντλερ ξεκίνησε την καριέρα του στην Ιατρική ως οφθαλμίατρος αλλά σύντομα στράφηκε προς τη γενική παθολογία και άρχισε να λειτουργεί το ιατρείο του σε μια χαμηλής κοινωνικο-οικονομικής τάξης συνοικία της Βιέννης. Εκεί κοντά λειτουργούσε και ένα γνωστό πάρκο ψυχαγωγίας-τσίρκο. Πολλοί ασθενείς του ήταν άνθρωποι που εργάζονταν σε αυτό το τσίρκο, καλλιτέχνες και ακροβάτες, και οι ασυνήθιστες δυνάμεις αλλά και αδυναμίες αυτών των καλλιτεχνών τον οδήγησαν σε ιδιαίτερες παρατηρήσεις και νέες ιδέες σχετικά με τις έννοιες «σωματικής ελαττωματικότητας», του «αισθήματος κατωτερότητας» και της «υπεραναπλήρωσης». Πολλοί από αυτούς τους σπάνιους ανθρώπους περιέγραφαν ότι είχαν ανακαλύψει αλλά και αναπτύξει τις ιδιαίτερες δυνάμεις τους βάσει μιας αίσθησης αδυναμίας ή και ασθένειας που είχαν βιώσει κατά την παιδική τους ηλικία. Οι παρατηρήσεις αυτές ήταν εξαιρετικά σημαντικές για τον Άντλερ και τον οδήγησαν στο να εστιάσει ιδιαίτερα στην έννοια της «υπεραναπλήρωσης».

Ο Άντλερ έγινε ένας ιδιαίτερα δημοφιλής παθολόγος, υπόδειγμα εξυπηρετικού και καλόκαρδου οικογενειακού γιατρού. Δούλευε πάντα πολύ σκληρά γιατί αγαπούσε τη δουλειά του και τους ανθρώπους, αλλά και γιατί πάντα ένιωθε ότι «πρέπει» να προσπαθεί για να αναπληρώνει την αίσθηση αδυναμίας που είχε βιώσει από πολύ νωρίς στη ζωή του. Στη συνέχεια, το ενδιαφέρον του άρχισε να στρέφεται προς την Ψυχιατρική και το 1901 δέχτηκε επίσημη πρόσκληση συμμετοχής στις ομάδες επιστημονικών συζητήσεων που διοργάνωνε ο Σίγκμουντ Φρόιντ.

*ΑΝΤΛΕΡ & ΦΡΟΪΝΤ
Η σχέση με το Σίγκμουντ Φρόιντ ξεκίνησε ουσιαστικά όταν ο ίδιος άρχισε να τοποθετείται δημόσια και να υπερασπίζεται τις απόψεις του Φρόιντ σχετικά με την ερμηνευτική των ονείρων, απόψεις οι οποίες είχαν δεχτεί μέχρι τότε ιδιαίτερα δυσμενή κριτική από τον τοπικό Τύπο. Το 1901 έλαβε επίσημα μια επιστολή από το Φρόιντ που τον προσκαλούσε να συμμετέχει σε μια σειρά επιστημονικών συζητήσεων. Οι συναντήσεις αυτές πραγματοποιούνταν κάθε Τετάρτη («Wednesday Society») στο σπίτι του Φρόιντ και αποτελούσαν ουσιαστικά την απαρχή δημιουργίας του ψυχαναλυτικού κινήματος. Εννέα χρόνια αργότερα, το 1910, ο Άντλερ, ως ένα από τα παλαιότερα μέλη, έγινε πρόεδρος της Ψυχαναλυτικής Εταιρίας της Βιέννης. Παρέμεινε μέλος της εταιρίας μέχρι το 1911 οπότε εκείνος και μια ομάδα υποστηρικτών του επίσημα αποσχίστηκαν από τη φροϊδική ψυχανάλυση (είχε προηγηθεί ο Καρλ Γιούνγκ). Η αποσκίρτηση αυτή φάνηκε να εξυπηρετεί τόσο τον Άντλερ όσο και το Φρόιντ καθώς είχε αρχίσει να αναπτύσσεται μια ιδιαίτερα τεταμένη σχέση μεταξύ τους. Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας τους ο Άντλερ διατηρούσε συχνά τις δικές του απόψεις για διάφορα θεωρητικά και πρακτικά ζητήματα, οι οποίες όμως διέφεραν σημαντικά από εκείνες του Φρόιντ. Συχνά επίσης αναφέρεται βιβλιογραφικά ότι ο Άντλερ ήταν μαθητής του Φρόιντ, κάτι το οποίο αποτελεί ένα μύθο. Ήταν συνάδελφοι, μάλιστα ο ίδιος ο Άντλερ όταν κάποτε θέλησε να πείσει ένα δημοσιογράφο (1929) γι’ αυτό, δεν δίστασε να του δείξει ένα αντίγραφο της επιστολής που του είχε στείλει ο Φρόιντ το 1901. Ήθελε έτσι να αποδείξει ότι όχι μόνο δεν ήταν μαθητής του Φρόιντ αλλά ότι εκείνος τον είχε αναζητήσει και προσκαλέσει επίσημα προκειμένου να συζητήσουν τις επιστημονικές τους απόψεις.

Παρά τις διαφορές τους ο Άντλερ διατηρούσε πάντα μια βαθιά εκτίμηση και θαυμασμό για το Φρόιντ. Όπως προαναφέρθηκε, είχε υποστηρίξει ιδιαίτερα τις απόψεις του Φρόιντ σχετικά με τα όνειρα και την ερμηνεία τους καθώς και την επιστημονική μέθοδο μελέτης και κλινικής προσέγγισής τους. Όμως οι διαφορές που είχαν προκύψει μεταξύ τους σε πολλά άλλα ζητήματα ήταν σημαντικές. Κατά τον Άντλερ, επικρατούσα αναπτυξιακή δύναμη του ανθρώπου δεν ήταν η λίμπιντο. Ο Άντλερ επικεντρωνόταν κυρίως στην κοινωνική σφαίρα και επιρροή, την οποία θεωρούσε εξίσου σημαντική με την ενδοψυχική κατάσταση του ατόμου. Η αίσθηση που αναπτύσσεται από το αίσθημα αδυναμίας/ κατωτερότητας ξεπερνά την επίδραση της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης και της σεξουαλικότητας και η επίδραση της κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης αποτελούν τόσο σημαντικούς παράγοντες που ξεπερνούν την επίδραση της λίμπιντο. Παράλληλα, ο Φρόιντ δεν συμμεριζόταν τις σοσιαλιστικές απόψεις και τοποθετήσεις του Άντλερ.

Μετά την αποσκίρτηση από το ψυχαναλυτικό κίνημα ο Άντλερ ίδρυσε την Εταιρία Ατομικής Ψυχολογίας το 1912. Η επιστημονική ομάδα του Άντλερ αρχικά συμπεριελάμβανε ορθόδοξους οπαδούς του Νίτσε (Nietzsche) που πίστευαν ότι οι ιδέες του Άντλερ περί της δύναμης και του αισθήματος κατωτερότητας ήταν πιο κοντά σε αυτές του Νίτσε παρά στου Φρόιντ.

*Η ΑΝΤΛΕΡΙΑΝΗ ΣΧΟΛΗ
Μετά την αποσκίρτηση από το ψυχαναλυτικό κίνημα ο Άντλερ γνώρισε σημαντική επιτυχία και αναγνώριση στην προσπάθειά του να δημιουργήσει μια νέα θεωρία προσωπικότητας και μια ανεξάρτητη σχολή ψυχοθεραπείας. Ταξίδεψε πολύ δίνοντας διαλέξεις για ένα διάστημα μεγαλύτερο των 25 ετών προωθώντας συστηματικά την κοινωνικά προσανατολισμένη ψυχολογική θεωρία του. Σκοπός του ήταν να δημιουργήσει ένα κίνημα στην ψυχολογία που θα μπορούσε να ανταγωνιστεί ή ακόμη και να υπερκεράσει άλλα, υποστηρίζοντας πάντα την αδιάσπαστη ενότητα και ολιστική θεώρηση της ψυχικής υγείας και την ιδέα της κοινωνικής ισότητας.

Κεντρικό ζήτημα της θεωρίας του ήταν η προσπάθεια του ανθρώπου να υπερκεράσει το αίσθημα μειονεξίας/ σύμπλεγμα κατωτερότητας και ήταν ένας από τους πρώτους ψυχοθεραπευτές που αγνόησε το ψυχαναλυτικό ντιβάνι προτιμώντας τις δύο πολυθρόνες κατά την ψυχοθεραπευτική συνεδρία. Αυτή η διάταξη, κατά τον ίδιο, επέτρεπε στο θεραπευτή και το θεραπευόμενο να παρευρίσκονται και να συνομιλούν ως ίσοι. Οι κλινικές παρεμβάσεις του Άντλερ έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα της πρόληψης, ιδιαίτερα όσον αφορά σημαντικά προβλήματα εξελικτικής ανάπτυξης των παιδιών. Οι καλύτεροι μέθοδοι πρόληψης κατά τον Άντλερ είναι η ενθάρρυνση και η προαγωγή του κοινωνικού ενδιαφέροντος και η καλλιέργεια του αισθήματος του «ανήκειν» μέσα στην οικογένεια και την ευρύτερη κοινωνία.

Η δημοτικότητά του οφειλόταν κυρίως στο ότι οι ιδέες του ενέπνεαν αισιοδοξία και ήταν απλές και κατανοητές στο ευρύ κοινό. Επίσης ο ίδιος έγραφε συχνά για το ευρύ κοινό, σε αντίθεση με το Φρόιντ και το Γιούνγκ οι οποίοι έγραφαν σχεδόν αποκλειστικά σε ακαδημαϊκό επίπεδο.

Οι προσπάθειες μετάδοσης της θεωρίας του διακόπησαν με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά τη διάρκεια του οποίου, περισσότερο από ποτέ, φάνηκε η σημασία της έννοιας του κοινωνικού ενδιαφέροντος. Κατά τη διάρκεια του πολέμου ο Άντλερ υπηρέτησε ως γιατρός στον Αυστριακό στρατό. Μεταπολεμικά η φήμη του αυξήθηκε και πάλι σημαντικά. Από το 1921 ταξίδευε συχνά στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ δίνοντας διαλέξεις σχετικά με τη Ατομική Ψυχολογία και το 1927 έγινε επίτιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Columbia. Από το 1930 άρχισε να δημιουργεί ένα σημαντικό αριθμό κλινικών για την καθοδήγηση των παιδιών στα δημόσια σχολεία της Βιέννης και άρχισε να εκπαιδεύει δασκάλους, κοινωνικούς λειτουργούς, ιατρούς και άλλους επαγγελματίες. Ο Άντλερ ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την εκπαίδευση των επαγγελματιών μέσω ζωντανών επιδείξεων με γονείς και παιδιά μπροστά σε ευρύ κοινό. Οι κλινικές που ίδρυσε αυξήθηκαν σταδιακά σε αριθμό και έγιναν ιδιαίτερα δημοφιλείς, και ο ίδιος ήταν πραγματικά ακούραστος στο να δίνει διαλέξεις και να κάνει γνωστό το έργο του.

*ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ
Ο Άλφρεντ Άντλερ είναι ο θεμελιωτής της Ατομικής Ψυχολογίας και θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι ο όρος αυτός αφορά κυρίως το ενδιαφέρον του για την κατανόηση της ολότητας της ανθρώπινης προσωπικότητας και όχι μόνο απομονωμένων πλευρών της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Μια από τις έννοιες της λέξης «άτομο», κατά τον Άντλερ, είναι «ενιαία ή αδιάσπαστη ενότητα» και η έννοια αυτή αντιπροσώπευε περισσότερο από όλα το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του σχετικά με την Ατομική Ψυχολογία. Δυστυχώς, η μετάφραση του όρου είναι ατυχής και μοιάζει να αφορά τη μελέτη του ανθρώπου ως άτομο και όχι ως μέλος μιας ευρύτερης ομάδας. Η θεωρία του Άντλερ όμως είναι σε μεγάλο βαθμό κοινωνικο-ψυχολογική στη βάση της: το άτομο, κατά τον Άντλερ, μπορεί να γίνει κατανοητό μόνο στα πλαίσια της συμμετοχής και αλληλεπίδρασής του με άλλα μέλη της κοινωνίας.

Κατά την Ατομική Ψυχολογία η ανάπτυξη του ανθρώπου και η εξέλιξη της προσωπικότητας ρυθμίζονται βάσει του αισθήματος μειονεξίαςπου βιώνει το άτομο και της τάσης του καθ’ όλη την πορεία της ζωής του να αναπληρώσει αυτό το συναίσθημα. Το άτομο προσπαθεί να αποκτήσει κύρος, δύναμη και αναγνώριση. Η επιθυμία αυτή προσκρούει σε διάφορα ατομικά ή κοινωνικά εμπόδια και άλλοτε συνειδητά ή ασυνείδητα αναπτύσσεται ένα αίσθημα αδυναμίας για το ξεπέρασμα των εμποδίων που ονομάζεται αίσθημα μειονεξίας. Το αίσθημα μειονεξίας, ενισχυόμενο και από τυχόν υπάρχοντα σωματικά ελαττώματα ή αλλεπάλληλες απογοητεύσεις και ταπεινωτικές εμπειρίες, δημιουργεί στο άτομο το σύμπλεγμα κατωτερότητας, και αυτό πλέον καθορίζει και ρυθμίζει τη συμπεριφορά και την πορεία της ζωής του.

Το άτομο που αναπτύσσεται και διακατέχεται από το σύμπλεγμα κατωτερότητας διαμορφώνει μια εικόνα για τον εαυτό του ότι είναι «αδύναμο» και ότι δεν διαθέτει δυνάμεις και προσόντα για να πορευτεί στη ζωή του. Έτσι, αναζητά διαφορετικούς ή έμμεσους τρόπους για να μπορέσει να λάβει αναγνώριση και επιβεβαίωση και διαμορφώνει μια τάση αναπλήρωσης και διαμόρφωσης ενός προσωπικού πλάνου/ σχεδίου ζωής.

Το προσωπικό πλάνο/ σχέδιο ζωής αποτελεί τον προσανατολισμό και τη μεθοδολογία που αναπτύσσει το άτομο προκειμένου να ξεπεράσει τα εμπόδια και να οδηγηθεί στο επιθυμητό αποτέλεσμα της αναγνώρισης και της απόκτησης κύρους και δύναμης. Κατά την ψυχοθεραπευτική διαδικασία δίνεται πάντα ιδιαίτερη σημασία στο προσωπικό πλάνο/ σχέδιο ζωής του ατόμου. Αυτό κρίνεται ως «υγιές» και «επικερδές» για το άτομο όταν τα προβλήματα που παρουσιάζονται αντιμετωπίζονται με τις υπάρχουσες προσωπικές δυνατότητες και δυνάμεις και με θεμιτά μέσα. Αντιθέτως, κρίνεται ως «λανθασμένο» και «άρρωστο» όταν για την αντιμετώπιση των προβλημάτων χρησιμοποιούνται διαρκώς μηχανισμοί άμυνας που οδηγούν το άτομο σε μια λανθασμένη εικόνα για τον εαυτό του.

Το προσωπικό πλάνο/ σχέδιο ζωής του ατόμου επηρεάζεται από τους ακόλουθους σημαντικούς παράγοντες:

-Τη σειρά γέννησης μέσα στην οικογένεια
Η αντλεριανή προσέγγιση είναι η μοναδική ψυχοθεραπευτική θεωρία και πρακτική που δίνει ιδιαίτερη σημασία στις σχέσεις ανάμεσα στα αδέρφια και στη θέση που έχει ένα άτομο μέσα στην οικογένεια. Ο Άντλερ υποστηρίζει ότι υπάρχουν πέντε «ψυχολογικές θέσεις»: το άτομο να είναι το μεγαλύτερο σε ηλικία από τα αδέρφια του, να είναι το δεύτερο παιδί από δύο μόνο αδέρφια, να είναι το μεσαίο, να είναι το μικρότερο σε ηλικία και, τέλος, να είναι το μοναδικό παιδί. Ο Άντλερ τονίζει ότι η σειρά γέννησης δεν είναι από μόνη της τόσο σημαντική όσο η ερμηνεία που δίνει κάθε άτομο σχετικά με τη θέση του μέσα στην οικογένεια. Η αντλεριανή ψυχολογία θεωρεί ότι τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι είναι κοινωνικά στη φύση τους και δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στις ενδο-οικογενειακές σχέσεις.

Ο Άντλερ παρατηρεί ότι πολλοί άνθρωποι συχνά απορούν που τα παιδιά της ίδιας οικογένειας διαφέρουν τόσο πολύ μεταξύ τους. Τελικά, όμως, είναι λάθος να πιστεύουμε ότι τα παιδιά της ίδιας οικογένειας έχουν διαμορφωθεί στο ίδιο περιβάλλον. Αν και μοιράζονται κοινές πλευρές στον αστερισμό της οικογένειας, η ψυχολογική κατάσταση κάθε παιδιού είναι διαφορετική από εκείνη των άλλων παιδιών λόγω της σειρά της γέννησής τους και της ερμηνείας που δίνουν τα ίδια σε αυτή.

-Τη σωματική ελαττωματικότητα
Η καλή σωματική διάπλαση και εμφάνιση ενισχύει το αυτοσυναίσθημα και διαμορφώνει ένα «υγιές» πλάνο/ σχέδιο ζωής, ενώ τα σωματικά ελαττώματα οδηγούν σε αίσθημα μειονεξίας και κατωτερότητας και την υιοθέτηση ενός εσφαλμένου πλάνου/ σχεδίου ζωής, το οποίο εμπεριέχει στοιχεία εγκατάλειψης των προσπαθειών για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, ή στοιχεία φόβου και επιθετικότητας.

-Το κοινωνικό ενδιαφέρον
Το κοινωνικό ενδιαφέρον αποτελεί ίσως την πιο σημαντική και χαρακτηριστική ιδέα του Άντλερ. Ο όρος αναφέρεται στην επίγνωση του ατόμου ότι αποτελεί ένα κομμάτι της ανθρώπινης κοινότητας και στη στάση που υιοθετεί προκειμένου να αντιμετωπίσει τον κόσμο γύρω του στην ευρύτερη κοινότητα. Ο όρος αναφέρεται επίσης στον αγώνα για ένα καλύτερο μέλλον για την ανθρωπότητα. Η διαδικασία της κοινωνικοποίησης που ξεκινά από την παιδική ηλικία περιλαμβάνει την προσπάθεια να βρει το άτομο τη θέση του στην κοινωνία και την ανάγκη του να έχει μια αίσθηση ότι ανήκει κάπου και συμβάλλει δημιουργικά στο σύνολο. Ο βαθμός στον οποίο μοιραζόμαστε με τους άλλους και ενδιαφερόμαστε για το συμφέρον τους αποτελεί δείκτη ψυχικής υγείας. Κατά τον Άντλερ, καθώς αναπτύσσεται το κοινωνικό ενδιαφέρον το αίσθημα κατωτερότητας και αποξένωσης του ατόμου μειώνεται σε ένταση. Τα άτομα που δεν αναπτύσσουν κοινωνικό ενδιαφέρον αποθαρρύνονται και καταλήγουν να νιώθουν σαν να ζουν στην «άχρηστη» πλευρά της ζωής.

Τύποι προσωπικότητας
Το 1945 ο Adler εισήγαγε την τυπολογία του περί της προσωπικότητας (τύποι προσωπικότητας). Ο τρόπος με τον οποίο κάθε άτομο αντιμετωπίζει το αίσθημα αδυναμίας/ κατωτερότητας και η επιτυχία ή η αποτυχία του να βγει από αυτή την κατάσταση δημιουργούν τον ιδιαίτερο τύπο κάθε ατόμου:
Κυριαρχικός τύπος: Εμφανίζει μεγάλο βαθμό δραστηριοποίησης για την επίτευξη του στόχου του. Παρουσιάζει, όμως, έλλειψη κοινωνικού ενδιαφέροντος, γεγονός που τον κάνει να φέρεται με έναν αντικοινωνικό τρόπο.
Δεκτικός τύπος: Παρουσιάζει έλλειψη δραστηριοποίησης και κοινωνικού ενδιαφέροντος, δηλαδή του πραγματικού ενδιαφέροντος για τους άλλους ανθρώπους, ενώ αναμένει από τους άλλους να ενδιαφέρονται γι’ αυτόν. Πρόκειται για το άτομο που έχει χάσει την αυτονομία του, δεν γνωρίζει πως μπορεί να κάνει πράγματα για τον εαυτό του και, όταν έρχεται αντιμέτωπο με κάποια δυσκολία, απαιτεί διαρκώς από τους άλλους.
Αποφευκτικός τύπος: Πρόκειται για τον τύπο προσωπικότητας που χαρακτηρίζεται από αναποφασιστικότητα σε σημαντικούς τομείς της ζωής του. Η δραστηριοποίηση, η ενεργητικότητα και το αίσθημα κοινωνικότητας δεν είναι και τόσο ανεπτυγμένα. Το ίδιο το άτομο ανέπτυξε αυτά τα στοιχεία προσωπικότητας ως αποτέλεσμα της «ψυχρότητας» που ένιωσε κάποια στιγμή να υφίσταται στην κοινωνία, στοιχείο που ανέμενε ότι θα υφίσταται για πάντα. Γι’ αυτό και προσπαθεί «να αποδράσει» και να διατηρήσει μια απόσταση ασφαλείας από τους άλλους ανθρώπους.
Κοινωνικά χρήσιμος τύπος: Χαρακτηρίζεται από δραστηριοποίηση και ενεργητικότητα, στοιχεία που λειτουργούν αρμονικά με τις ανάγκες των άλλων γύρω του και είναι θετικά/ ευεργετικά για όλους.

*ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο Άλφρεντ Άντλερ ακολουθούσε πάντα ένα ιδιαίτερα φορτωμένο πρόγραμμα εργασίας αλλά έβρισκε πάντα χρόνο για να ασχολείται με τα αγαπημένα του χόμπι, όπως ήταν η μουσική και το τραγούδι, αλλά και η παρέα των φίλων του. Αγνόησε όμως τη συμβουλή των φίλων του να ελαττώσει τους ρυθμούς της δουλειάς του και συνέχισε να ακολουθεί το υπερφορτωμένο πρόγραμμά του, να κάνει περιοδείες και να κουράζεται πολύ. Ένα πρωινό, στις 28 Μαϊου 1937, βαδίζοντας στους δρόμους της σκωτσέζικης πανεπιστημιούπολης του Αμπερντίν προκειμένου να δώσει μια διάλεξή του, έπεσε, «χτυπημένος» από καρδιακή προσβολή. Εκείνη την ημέρα, μια ομάδα ακροατών είχε συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσει μια σειρά θερινών μαθημάτων Ατομικής Ψυχολογίας. Μάταια όμως περίμενε το δάσκαλό της. Ο Άλφρεντ Άντλερ δεν υπήρχε πια στη ζωή… Σε ηλικία 67 ετών, στο αποκορύφωμα ουσιαστικά των επιτυχιών του στις ΗΠΑ, ο Άντλερ αποχώρησε από τη ζωή, πρώτος από τους τρεις μεγάλους θεμελιωτές της σύγχρονης ψυχολογίας. Έπειτα από δυόμισι χρόνια, το 1939, τον ακολούθησε και ο θεμελιωτής της ψυχανάλυσης, ο Σίγκμουντ Φρόιντ….

Η Ατομική Ψυχολογία του Άντλερ συνάντησε ευρεία αποδοχή και επέδρασε σημαντικά σε όλους της τομείς της επιστήμης της Ψυχολογίας. Η θεωρία του ήταν δημοφιλής σε νέους φοιτητές ψυχολογίας αλλά και επαγγελματίες και η σημαντική επίδρασή της γίνεται φανερή και στα έργα των Έρικ Φρομ (Erich Fromm), Άμπραχαμ Μάσλοου (Abraham Maslow), Ρόλο Μαίη (Rollo May), Κάρεν Χόρνεϋ (Karen Horney), Τζούλιαν Ρόττερ (Julian Rotter), Καρλ Ρότζερς (Carl Rogers) κά. Διεθνείς επιστημονικές οργανώσεις σήμερα συνεχίζουν να προωθούν και να προεκτείνουν το έργο του σε όλο τον κόσμο και διάφορες σχολές, ειδικευμένες στην Αντλεριανή Ψυχολογία, υφίστανται και διδάσκουν τη θεωρία και κλινική πρακτική της Ατομικής Ψυχολογίας.

Η πιο συνηθισμένη κριτική που αφορά το έργο του Άντλερ αναφέρεται κυρίως στον τρόπο γραφής και παρουσίασης της θεωρίας του. Όπως αναφέρεται, ο Άντλερ έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα στο να αφιερώσει το χρόνο του για τη διαμόρφωση της θεωρίας του και στο να διδάξει τους άλλους τις βασικές ιδέες της Ατομικής Ψυχολογίας. Έτσι έδωσε τη μεγαλύτερη βαρύτητα στην πρακτική και στη διδασκαλία και όχι τόσο στην οργάνωση και παρουσίαση μιας καλά ορισμένης και συστηματικής θεωρίας. Συνεπώς, ο τρόπος γραφής που παρουσιάζεται στο έργο του είναι συχνά δύσκολος. Επίσης πολλές από τις ιδέες του φαίνονται απλουστευτικές και μη εμπεριστατωμένες.

Σήμερα, η Ατομική Ψυχολογία έχει αναπτυχθεί περισσότερο και έχει βελτιωθεί σε σημαντικές πτυχές της θεωρίας της. Πολλές όμως από τις αρχικές έννοιες της θεωρίας του Άντλερ έχουν διατυπωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δύσκολο να επικυρώσουν εμπειρικά τις βασικές υποθέσεις της θεωρίας. Ορισμένες βασικές ιδέες ήταν ευρείες στη φύση τους και φτωχά ορισμένες, όπως οι έννοιες για την πάλη για ανωτερότητα, για τη δημιουργική δύναμη του εαυτού και το σύμπλεγμα κατωτερότητας. Ο Άντλερ είχε επικριθεί ουσιαστικά γιατί στήριξε ένα σημαντικό μέρος της θεωρίας του σε μια ψυχολογία κοινής λογικής και σε ιδέες υπεραπλουστευμένων συμπλεγμάτων.

*ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Gerald Corey: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ (πρώτη ελληνική έκδοση), Εκδόσεις Έλλην, Αθήνα 2005.
-Άλφρεντ Άντλερ: ΑΝΘΡΩΠΟΓΝΩΣΙΑ, σειρά Εφαρμοσμένη Ψυχολογία, εκδόσεις Μπουκουμάνη, Αθήνα 1971.
-Άλφρεντ Άντλερ: Το νόημα της ζωής, εκδόσεις Επίκουρος, Αθήνα 1974.
-Richard M. Ryckman: THEORIES ΟF PERSONALITY, 4th edition,
Brooks/ Cole Publishing Company, Pacific Grove, California 1989.