content

ΝΙΩΘΩ ΔΥΣΦΟΡΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΣΕΞ

21.07.2020 |
21.07.2020
Γράφει: η Ειρήνη Τζελέπη, Συμβουλευτική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, Pg.Dipl., MSc., City University, Λονδίνο, irini.tzelepi@yahoo.gr

Οι βιολογικές και ψυχοσυναισθηματικές αντιδράσεις του ανθρώπου μετά την ολοκλήρωση της σεξουαλικής πράξης παραμένουν ένα πεδίο που δεν έχει ακόμη διερευνηθεί εκτενώς και καταγράφονται λιγοστές ερευνητικές εργασίες σχετικά με το θέμα αυτό. Κατακλυζόμαστε κυριολεκτικά από τόσες πληροφορίες, συμβουλές και οδηγίες για μια επιτυχημένη σεξουαλική επαφή και για το πώς να την βελτιώσουμε ή να λειτουργήσουμε καλύτερα σε αυτή, αλλά δεν γνωρίζουμε αρκετά για το τι μπορεί να συμβαίνει μετά την ολοκλήρωσή της.

Είναι κοινώς αποδεκτό και δεδομένο ότι μετά από μια ικανοποιητική σεξουαλική επαφή κοινή συναινέσει των δύο συντρόφων, η εμπειρία αυτή επιφέρει θετικά συναισθήματα και αισθήσεις στους δύο συντρόφους. Ερευνητικά δεδομένα όμως τα τελευταία χρόνια έχουν δείξει ότι μπορεί και να μην συμβαίνει πάντα αυτό και το άτομο να βιώνει μια αρνητική συναισθηματική κατάσταση μετά την ολοκλήρωση της σεξουαλικής πράξης. Η κατάσταση αυτή καταχωρείται βιβλιογραφικά με τον όρο «Δυσφορία μετά τη σεξουαλική επαφή» (Post coital dysphoria – Pcd) (1), (συχνά συναντώνται και οι όροι post coital tristesse και post sex blues, (2)) και αναφέρεται σε ανεξήγητο κλάμα και αίσθημα λύπης και ευερεθιστότητας μετά τη σεξουαλική επαφή η οποία, όπως τονίζεται, ήταν κοινή συναινέσει και ευχάριστη και για τους δύο συντρόφους.

Οι περιγραφές ατόμων που έχουν βιώσει αυτή τη δυσφορία διαφέρουν, συχνά όμως καταλήγουν στην έκφραση: «Δεν ξέρω γιατί ένιωσα έτσι», ή «κάτι με έπιασε που δεν το καταλαβαίνω…». Οι Brian et al. (2011) (3) αναφέρουν ότι χρησιμοποιούνται συχνά και οι ακόλουθες μεταφορές για την περιγραφή της εμπειρίας: «Ένιωσα κενός» ή «… ήταν σαν μια μαύρη τρύπα να άνοιγε μέσα μου…», ενώ, σε άλλες περιπτώσεις, η εμπειρία περιγράφεται ως νοσταλγία ή «μια λαχτάρα για κάτι που έχει λείψει…». Στις περισσότερες περιπτώσεις το άτομο που βιώνει αυτά τα συναισθήματα κρύβει την αντίδρασή του από τον /την σύντροφό του με διάφορους τρόπους, με αποτέλεσμα εκείνος/ η να μην γνωρίζει κάτι για αυτό. Κυρίως, όμως, το ίδιο το άτομο που βιώνει τη δυσφορία δεν κατανοεί γιατί ένιωσε έτσι. Οι Sadock & Sadock (2008) (4) περιγράφουν ότι συχνά το άτομο που βιώνει τη δυσφορία επιθυμεί να απομακρυνθεί άμεσα από το χώρο της σεξουαλικής επαφής, το κρεβάτι, τον/ την σύντροφό του κλπ., ενώ, σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να γίνεται και επιθετικός/ ή απέναντί του/ ης, λεκτικά ή και σωματικά.

Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο αφορά το γεγονός ότι η δυσφορία αυτή σε αρκετές περιπτώσεις εκδηλώνεται στα πλαίσια μιας σταθερής ή μακροχρόνιας σχέσης και δεν ανακουφίζεται από τις προσπάθειες του/της συντρόφου να τις παρηγορήσει (3). Έτσι, εκείνος/η νιώθει συχνά σαστισμένος/η με την αντίδραση του ανθρώπου με τον οποίο μόλις μοιράστηκε τόσο προσωπικές στιγμές και αναρωτιέται αν έκανε ή δεν έκανε κάτι σωστά… Μήπως ο/η σύντροφός του/ ης του/ης κρύβει κάτι ή είναι ο/η ίδιος/α πράγματι τόσο κακός/ή εραστής; Μήπως έχει χάσει τη γοητεία του/ης ή, ακόμη χειρότερα, μήπως υπάρχει άλλο πρόσωπο στη ζωή του/ης συντρόφου του/ης;

Πρόσφατα επιδημιολογικά δεδομένα αναφέρουν ότι μέχρι και το 42% των γυναικών έχει βιώσει «δυσφορία μετά τη σεξουαλική επαφή» τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του και περίπου το 2% έχει βιώσει αυτή τη δυσφορία σε τακτική βάση (συστηματική). Για τους άντρες σημειώνονται συγκριτικά μεγέθη, με το 41% των αντρών να δηλώνει ότι έχει βιώσει αυτή την κατάσταση, και το 3-4% ότι έχει βιώσει αυτή τη δυσφορία σε τακτική βάση (5).

 

Αίτια

– Η επαφή δεν πήγε καλά και μπορεί να υφίσταται μια αυξανόμενη κλίμακα δυσαρέσκειας

Η αντίδραση της δυσφορίας μπορεί να έχει μια ρεαλιστική  βάση και η σεξουαλική επαφή να μην ήταν τελικά τόσο καλή για τον έναν ή και τους δύο συντρόφους. Αυτό, μάλιστα, μπορεί να έχει συμβεί επανειλημμένα αλλά να μην έχει εκφραστεί, κι έτσι οι δύο σύντροφοι έχουν ανάγκη «να κρυφτούν» μετά την επαφή βιώνοντας επώδυνα το ψέμα που ζουν.

Επίσης, υπάρχει περίπτωση ο ένας από τους δύο συντρόφους να εκδηλώνει μια σεξουαλική δυσλειτουργία (π.χ. στυτική δυσλειτουργία, πρόωρη εκσπερμάτωση, δυσπαρεύνεια στην περίπτωση της γυναίκας κλπ.) και ο/η ίδιος/α να αναρωτιέται εάν ο/η σύντροφός του έχει προσέξει ότι έχει πρόβλημα, αν ήταν καλός/ή στην απόδοσή του στη σεξουαλική επαφή, πώς να του/ης φάνηκε κοκ.; Από την άλλη μεριά ο/η σύντροφός του, σε αυτή την περίπτωση, δεν του/ης λέει κάτι για να μην τον/ην στενοχωρήσει με αποτέλεσμα η επαφή να καταλήγει να είναι σαν μια «θεατρική σκηνή» όπου και οι δύο υποκρίνονται ότι «όλα είναι καλά» και, μετά, ο καθένας βιώνει τη θλίψη της μοναξιάς του και τη νοσταλγία του πάθους για μια καλή σεξουαλική επαφή.

Παράλληλα, με αυτό τον τρόπο, μπορεί να εγκαθίσταται σταδιακά και ένας «φαύλος κύκλος» δυσλειτουργικότητας στο ζευγάρι ο οποίος συντηρεί και επωάζει μια επερχόμενη πλέον σεξουαλική δυσλειτουργία.

 

– Ενδοψυχικές συγκρούσεις σχετικά με τη σεξουαλικότητα

Ενώ η σεξουαλική επαφή φέρει συναισθήματα ικανοποίησης και ευχαρίστησης στους δύο συντρόφους, δεν συμβαίνει το ίδιο σε ανθρώπους που υποφέρουν από ενδοψυχικές συγκρούσεις σχετικά με τη σεξουαλικότητά τους και κατά τη διάρκεια της πράξης κυριεύονται από διάφορα άγχη και φοβίες που και οι ίδιοι δεν συνειδητοποιούν επακριβώς και δεν μπορούν να διαχειριστούν. Σε αυτή τη φαντασίωση «κινδύνου» που τους διακατέχει, μπορεί να βιώνουν ότι η σεξουαλική επαφή με ένα άλλο άτομο ίσως είναι «επικίνδυνη» καθώς φοβούνται τον έλεγχο και την κυριαρχία του άλλου ή το να αφεθούν γενικότερα… Σε αυτές τις περιπτώσεις, η διαδικασία της σεξουαλικής πράξης εγείρει αγωνία, άγχος και ενοχές κι, έτσι, είναι φυσικό να οδηγεί και σε δυσφορία και κατάθλιψη με την ολοκλήρωσή της (3).

 

– Άγχος εγγύτητας & διαφοροποίησης

Η σεξουαλική επαφή αποτελεί μια διαδικασία κατά την οποία ερχόμαστε πολύ κοντά με ένα άλλο άτομο, σχεδόν ενωνόμαστε με τον/ην άλλο, ιδιαίτερα τη στιγμή της διείσδυσης του πέους στον κόλπο της γυναίκας. Η στιγμή αυτή μάλιστα αποτελεί μια στιγμή απόλυτης συγχώνευσης με τον άλλον. Για τον λόγο αυτό μπορεί να διακινεί και έντονο άγχος εγγύτητας και ανάγκης διαφοροποίησης σε άτομα που νιώθουν άγχος με την εγγύτητα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο φόβος του να μην αφεθεί κανείς και «χάσει» τον εαυτό του δεν του επιτρέπει καταρχάς να είναι «παρών» κατά την επαφή και να επεξεργάζεται τα συναισθήματά του, κυρίως όμως το να μην μπορεί να αφεθεί για να βιώσει απόλαυση και χαρά. Η δυσφορία που ακολουθεί αφορά αυτήν ακριβώς την πάλη που διαδραματίζεται ενδοψυχικά, σε ασυνείδητο βέβαια επίπεδο.

 

– Εμπειρία σεξουαλικής κακοποίησης κατά το παρελθόν

Η δυσφορία μπορεί να σχετίζεται με πρότερη εμπειρία σεξουαλικής κακοποίησης, ακόμη και κατά την παιδική ηλικία. Οι Bird et al. (2011) (3), σε έρευνα που πραγματοποίησαν κατέληξαν ότι η εμπειρία δυσφορίας μετά τη σεξουαλική επαφή σε μια χρόνια βάση σχετιζόταν θετικά με πρότερη εμπειρία σεξουαλικής κακοποίησης.

Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να τονιστεί ότι επειδή η σεξουαλική εμπειρία, και το στάδιο του οργασμού πιο συγκεκριμένα, μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν πιο «εκτεθειμένοι» και πιο «ευάλωτοι» από όσο συνηθίζουν, είναι πιθανό να αποτελεί και ένα σημείο πυροδότησης δυσάρεστων ή τραυματικών αναμνήσεων ή γεγονότων. Ο μηχανισμός είναι παρόμοιος με αυτόν του μετα-τραυματικού στρες στο οποίο κάθε στιγμή έντασης/διέγερσης μπορεί αυτόματα να ενεργοποιεί και φλας μπακ αναμνήσεων κοκ.

 

– Υπάρχει πρόβλημα στη σχέση του ζευγαριού

Μια συγκρουσιακή σχέση είναι λογικό να επωάζει τις διαφορές της και στην κρεβατοκάμαρα, και η σεξουαλική πράξη να αποτελεί ένα είδος ‘project’ που πρέπει να ολοκληρωθεί για να διατηρηθεί η σχέση ή ο γάμος, αφήνοντας όμως τον/ην κάθε σύντροφο στο τέλος μόνο/η με τη δυσφορία και τη θλίψη του.

 

Γενικά προβλήματα ψυχικής υγείας

Η γενικότερη κατάσταση ψυχικής υγείας του ατόμου σχετίζεται προφανώς με την εκδήλωση της εν λόγω δυσφορίας.

Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε (1) βρέθηκε ότι η τρέχουσα κατάσταση ψυχολογικής δυσχέρειας του ατόμου ήταν ο παράγοντας που σχετιζόταν περισσότερο με τη «δυσφορία μετά τη σεξουαλική επαφή. Η κατάθλιψη αποτελεί μια ψυχική κατάσταση που προφανώς προδιαθέτει αρνητικά σχετικά με τη σεξουαλική επαφή, αλλά και το άγχος απόδοσης μπορεί να δημιουργήσει μια αγωνία που οδηγεί σε ξέσπασμα κλάματος και δυσφορίας στο τέλος της επαφής. Πολλές φορές άλλωστε μπορεί να συμβεί να κλαίμε επειδή νιώθουμε άγχος που μας καταβάλει.

 

– Σωματικός πόνος

Ο σωματικός πόνος αποτελεί βέβαια μια λογική αιτία για να βιώνει κανείς δυσφορία μετά τη σεξουαλική επαφή. Η δυσπαρεύνεια αναφέρεται στον πόνο που η γυναίκα φοβάται ότι μπορεί να νιώσει με τη διείσδυση του πέους στον κόλπο. Το πρόβλημα της δυσπαρεύνειας εκδηλώνεται σε ποσοστό 7.5% των γυναικών, ηλικίας 16-74 ετών.

Βέβαια και πολλές άλλες αιτίες μπορεί να προκαλέσουν πόνο και δυσφορία κατά την επαφή για τις οποίες καλό θα ήταν κανείς να συμβουλευθεί τον θεράποντα ιατρό του (χρόνιοι πόνοι, μυικοί σπασμοί, κάποιο τραύμα, επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης κλπ.)

 

– Υπάρχουν και καλά νέα όμως!

Στην περίπτωση του ‘καλού σεναρίου’ αναφερόμαστε βέβαια σε μια άλλη κατάσταση η οποία όμως μπορεί να εμπεριέχει το κλάμα ως ξέσπασμα: η επαφή με τον/ τη σύντροφο κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής μπορεί να ήταν τόσο έντονη και ικανοποιητική που η διακοπή της ενεργοποίησε συναισθήματα λύπης και κλάμα ως αντίδραση ή ξέσπασμα. Τα δάκρυα αποτελούν, με άλλα λόγια, έκφραση απόλαυσης και ικανοποίησης, μια μορφή εκτόνωσης που συχνά αναφέρεται εκλαικευμένα στην αγγλική γλώσσα ως ‘crygasm’: «Πρόκειται για μια σεξουαλική κορύφωση τόσο ισχυρή που συνοδεύεται από ακούσιο κλάμα, με τη γυναίκα να βρίσκεται συνήθως σε κατάσταση έντονης συναισθηματικής ή σωματικής εγγύτητας με τον σύντροφό της» (6). Πράγματι, μπορεί κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής το δέσιμο των δύο συντρόφων να ήταν τόσο ισχυρό και οι δύο σύντροφοι να ήρθαν τόσο κοντά βιώνοντας θετικά συναισθήματα που η ολοκλήρωση της πράξης να έφερε έναν «πρόωρο» και «απότομο» αποχωρισμό! Η θλίψη και η συγκίνηση απλά ακολουθούν!

 

Επίλογος

Κλείνοντας είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι η έκφραση της δυσαρέσκειας και γενικότερα η επικοινωνία για το τι πάει ή δεν πάει καλά κατά τη σεξουαλική επαφή και το πώς θα μπορούσε να βελτιωθεί κοκ. είναι πολύ σημαντικά καθώς έτσι ένα πρόβλημα δεν γιγαντώνεται και μπαίνει παράλληλα σε πιο ρεαλιστικές διαστάσεις.

Η σεξουαλική συνεύρεση γενικότερα μας «ξεγυμνώνει», κυρίως και πρωτίστως ψυχικά, μπροστά σε έναν άλλον άνθρωπο, και οι φαντασιώσεις απαξίωσης του εαυτού, αυτολύπησης και αυτοκατηγορίας μπορεί επίσης να μεγεθύνονται. Αυτό συμβαίνει γιατί κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής δεν μπορούμε να κρύψουμε κάτι εύκολα και το ασυνείδητο εκφράζεται πιο ελεύθερα και χωρίς περιορισμούς. Γι’ αυτό και είναι σημαντικό να μην καλλιεργούμε προσδοκίες, είτε από τον εαυτό μας είτε από τον/ην άλλο/η, στις οποίες δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε. Είναι σημαντικό να είμαστε ο εαυτός μας γιατί αυτό θα φανεί ούτως ή άλλως κατά τη σεξουαλική επαφή όπου το ασυνείδητο επικρατεί!

Ας μην υπάρχει ντροπή, ας επικοινωνούμε αυτό που μας δυσχεραίνει και ας μην προσποιούμαστε ότι όλα είναι φυσιολογικά ενώ νιώθουμε δυσφορία και, τελικά, δυστυχία μετά τη σεξουαλική επαφή. Στο σεξ παίρνουμε χαρά και βελτιωνόμαστε στη ζωή μας, δεν πρέπει απλά να κάνουμε υπομονή!

Τέλος, το θέμα της «δυσφορίας μετά τη σεξουαλική επαφή» απαιτεί μεγαλύτερη επιστημονική διερεύνηση καθώς, όπως υποδεικνύουν και πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα (1), φαίνεται να απασχολεί σημαντικό μέρος του πληθυσμού αλλά να αποτελεί και ένα πολυ-παραγοντικό ζήτημα που απαιτεί μια περισσότερο βιο-ψυχοκοινωνική (biopsychosocial) προσέγγιση.

 

Βιβλιογραφία

1. Andrea Burri & Peter Hilpert (2020). Postcoital Symptoms in a convenience sample of men and women. Journal of Sexual Medicine: 1-4.

2. Susan M. Hughes & Daniel J. Kruger (2011): Sex Differences in Post-Coital Behaviors in Long and Short-Term Mating: An Evolutionary Perspective. The Journal of Sex Research: 48(5), 496-505.

3. Brian S. Bird, Robert D. Schweitzer, Donald S. Strassberg (2011). The prevalence and correlates of Post Coital Dysphoria in Women. International Journal of Sexual Health, 23: 14-25.

4. Sadock B. J. & Sadock V. A. (2008). Kaplan & Sadock’s Concise Textbook of Clinical Psychiatry (3rd ed.). Philadelphia, PA: Lippincott Williams & Wlkins.

5. Joel Maczkowiack & Robert D. Schweitzer (2019). Postcoital dysphoria: Prevalence and correlates among males. Journal of Sex and Marital Therapy, 45(2), pp. 128-140.

6. https://www.onmed.gr/sexoualikothta/story/337799/klaio-meta-to-seks-%E2%80%93-ti-mou-symbainei

7. Robert D. Schweitzer, Jessica O’Brien & Andrea Burri (2015). Postcoital Dysphoria: Prevalence and Psychological Correlates. Sexual Medicine: 3:235-243.