ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ Ο ΕΦΗΒΟΣ ΤΗ ΣΥΜΒΙΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ/ΤΗΝ ΝΕΑ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΤΟΥ ΓΟΝΕΑ;
Είναι, πράγματι, πολύ διαφορετική η προσαρμογή ενός μικρότερου παιδιού και ενός εφήβου στη νέα κατάσταση που δημιουργείται όταν ο διαζευγμένος ή χήρος γονέας παντρεύεται ή συμβιώνει με τη νέα του σύντροφο. Ο νέος σύντροφος αποτελεί ένα «νέο» πρόσωπο το οποίο εισέρχεται σε μια ήδη δομημένη οικογενειακή κατάσταση. Γιατί, ας μην παρασυρόμαστε και ξεχνάμε, ότι για τα παιδιά το διαζύγιο ή ο αιφνίδιος θάνατος ενός γονέα δεν αλλάζει τη δομή της οικογένειας προέλευσης. Σε ψυχολογικό επίπεδο για τα παιδιά η οικογένεια προέλευσης παραμένει πάντα η ίδια, απλά οι συνθήκες της καθημερινότητας και της συμβίωσης αλλάζουν. Το σημείο αυτό είναι πολύ σημαντικό καθώς διευκολύνει σημαντικά την κατανόηση πολλών περίπλοκων προβλημάτων που προκύπτουν.
Η ρεαλιστική κατάσταση που προκύπτει λοιπόν είναι ότι κάποιοι άνθρωποι με διαφορετικό υπόβαθρο, άλλα βιώματα, εμπειρίες και οικογενειακό ιστορικό καλούνται να ζήσουν μαζί πλέον, κάτω από την ίδια στέγη. Και όχι μόνο αυτό, αλλά να δημιουργήσουν και μια νέα ομάδα, τη νέα οικογένεια, που θα είναι λειτουργική και, κυρίως, ευχάριστη για όλους. Αυτό, βέβαια, ισχύει και για τους δύο συντρόφους που επίσης αναζητούν ισορροπίες στη νέα κατάσταση της συμβίωσης. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, η ανασυσταμένη οικογένεια δεν είναι ούτε απλή, ούτε εύκολη υπόθεση. Κοινωνικά καταρχήν, αλλά και ψυχολογικά, αυτές οι νέες σχέσεις και συμβιώσεις μπορεί να γίνουν εξαιρετικά περίπλοκες, συγχυτικές και, συχνά, συγκρουσιακές. Γιατί, ουσιαστικά, ανακατεύουν τους ανθρώπους…
Ας προσπαθήσουμε έστω για λίγο να φανταστούμε την ποικιλομορφία που προκύπτει. Ο νέος σύντροφος και ο γονέας με τα παιδιά του, που προέρχονται από διαφορετικές συνθήκες διαβίωσης, κοινωνικές εμπειρίες, προσωπικές αξίες, ιστορίες του παρελθόντος, προηγούμενες αλλά και τρέχουσες συναισθηματικές συνδέσεις και προσκολλήσεις, συνυπάρχουν ξαφνικά στα πλαίσια μιας συμβίωσης. Οι αλλαγές είναι μεγάλες και οι ίδιοι καλούνται τώρα να παραμερίσουν όλες αυτές τις διαφορές και να λειτουργήσουν σαν μια οικογενειακή μονάδα. Όλοι οι εμπλεκόμενοι είναι πραγματικά δύσκολο να αντιληφθούν πώς πρέπει να δράσουν και να αντιδράσουν σε αυτές τις συνθήκες, πώς να «χωρέσουν» σε αυτές, πώς να διαχειριστούν τις διαφορές και να προχωρήσουν. Βιβλιογραφικά αναφέρεται ότι είναι δύσκολο μια ανασυσταμένη οικογένεια να κρατηθεί ενωμένη. Το ποσοστό διαζυγίων σε αυτές είναι υψηλότερο όταν εμπλέκονται παιδιά και γίνεται ακόμη πιο υψηλό όταν εμπλέκονται έφηβοι.
Σε αυτό το δύσκολο έργο λοιπόν μπορεί να προκύψουν ιδιαίτερες δυσκολίες με τον έφηβο. Ένα παιδί μικρότερης ηλικίας είναι γενικά πιο εύκολο να προσαρμοστεί γιατί είναι ακόμη στην ευεπηρέαστη ηλικία του δεσίματος, της ταύτισης και της συμμόρφωσης, της ενδοτικότητας προς τους σημαντικούς άλλους ενήλικες. Ουσιαστικά, το μικρό αγόρι ή το κορίτσι είναι «ανοιχτό» να δεθεί με το νέο σύντροφο και να παρασυρθεί ουσιαστικά από τη ροή της ζωής και της καθημερινότητας σε αυτή τη νέα συμβίωση. Αντιθέτως, ο έφηβος που τώρα αποχωρίζεται και αποσυνδέεται από την παιδική ηλικία και τους γονείς, έχει μεγαλύτερη τάση να κρατήσει το νέο σύντροφο σε απόσταση. Το μικρό παιδί μπορεί να νιώσει ότι έχει πολλά να κερδίσει από τη διαμορφούμενη σχέση με το νέο σύντροφο, ενώ ο έφηβος το αντίθετο: νιώθει ότι έχει πιο πολλά να χάσει όσον αφορά την αυτονομία του και τη θέση του μέσα στην οικογένεια. Είναι, πράγματι, μια μεγάλη πρόκληση!
Παράλληλα, οι έφηβοι είναι τόσο «απορροφημένοι» από τις αλλαγές που συμβαίνουν μέσα τους σε ψυχολογικό και σωματικό επίπεδο που η προσαρμογή και σε αυτή την υψηλών απαιτήσεων αλλαγή φαντάζει πολύ δύσκολη αλλά και «άδικη»! Εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από το κατά πόσο οι γονείς του εφήβου έχουν αφιερώσει χρόνο και έχουν ασχοληθεί μαζί του σε αυτό το δύσκολο στάδιο της εφηβείας για να δεχτεί και ο ίδιος να ασχοληθεί μαζί τους και να προσπαθήσει τόσο πολύ… Αν ξεκινήσει όμως η αμφιθυμία, ο έφηβος μπορεί να αρχίσει να αντιστέκεται με τη συμπεριφορά της απομόνωσης και της απομάκρυνσης. Αν ο ίδιος αποφασίσει ότι «δεν αξίζει τον κόπο» τότε μπορεί να αρχίσει να εκδηλώνεται η συνήθης εικόνα της ανοχής και της απομόνωσης μέχρι να μπορέσει να φύγει από το σπίτι και να «απαλλαγεί» από την πολύπλοκη διαδικασία που βιώνει. Η αντίσταση του εφήβου γενικά είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί.
Ο έφηβος έχει επίσης αρχίσει να «μιλάει» και να θέτει τη δική του γνώμη μέσα στο σπίτι. Έτσι, είναι πιο πιθανό και να αντιπαρατίθεται όταν διαφωνεί σε κάτι. Ο φυσικός γονέας είναι πιο εύκολο να «απορροφήσει» αυτή την αντιδραστικότητα και να την θεωρήσει ως κάτι φυσικό καθώς βιώνει τη διαδικασία ανάπτυξης του παιδιού του που περνά από διάφορα στάδια και νιώθει υπεύθυνος γι’ αυτή. Παράλληλα, υφίσταται και ένα παρελθόν εμπειριών αγάπης και φροντίδας μεταξύ τους που μπορεί να στηρίξει τη σχέση σε αυτή τη δύσκολη περίοδο της αντίδρασης και της αμφιθυμίας.
Στο ξεκίνημα της συμβίωσης λοιπόν και των αλλαγών που επιφέρει μπορεί όλοι να ξαφνιαστούν που οι οικογενειακές σχέσεις δεν είναι πια οι ίδιες. Οι αλλαγές στους ρόλους αλλάζουν και τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Η καθημερινότητα μέσα στο σπίτι γίνεται πλέον διαφορετική όταν ο αστείος και ευχάριστος σύντροφος του γονέα, που τους επισκεπτόταν στο σπίτι και περνούσαν κάποιες ώρες μαζί, μετακομίζει και μένει στο σπίτι. Για τον έφηβο η μετακόμιση αυτή μπορεί να βιωθεί και ως εισβολή. Ιδιαίτερα εάν ο νέος σύντροφος αρχίσει να συμπεριφέρεται πολύ γρήγορα ως θετός γονέας μπορεί να εκληφθεί και ως επιθετική ή προσβλητική. Όταν, μάλιστα, αρχίσει να έχει απαιτήσεις και να θέτει όρια και κανόνες μέσα στο σπίτι -κανόνες που ο έφηβος έχει μόλις αρχίσει να σπάει και να κλονίζει-, η κατάσταση διαταράσσεται εύκολα και μπορεί να αρχίσει να γεννά αμφιθυμία και στις δύο πλευρές. Γιατί και ο θετός γονέας από την πλευρά του σοκάρεται όταν ο άλλοτε ευχάριστος έφηβος γίνεται πλέον μια πηγή καθημερινών απαιτήσεων και παρεμβολών και αρχίζει να του γίνεται αντιπαθής. Η κατάσταση δεν είναι ευπρόσδεκτη και από τις δύο πλευρές και η αμφιθυμία γεννιέται επάξια και στους δύο.
Ο έφηβος μπορεί επίσης να νιώσει με την αλλαγή της μετακόμισης ότι ένας ξένος βρίσκεται διαρκώς μέσα στο σπίτι και δεν μπορεί εύκολα να χαλαρώσει. Πολλοί έφηβοι περιγράφουν ότι νιώθουν «σαν να ζουν με έναν «ξένο» μέσα στο ίδιο τους το σπίτι. «Ακόμη και για να αλλάξω πρέπει να προσέχω πού γδύνομαι και να κλείνω την πόρτα», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, ο έφηβος μπορεί να νιώσει ότι το νέο άτομο αποσπά την προσοχή του γονέα του ή τον διεκδικεί και δημιουργούνται με αυτό τον τρόπο δύο στρατόπεδα. Η ανταγωνιστικότητα μπορεί να γίνει έντονη και πιθανό ελλοχεύει και πάλι ο φόβος ότι ο ίδιος «θα χάσει το γονέα του». Συχνά μπορεί να περιμένει να φύγει ο «ξένος» για να μπορέσει να είναι μόνος με το γονιό του και να έχει περισσότερο χρόνο μαζί του για να του πει τα δικά τους. Επίσης, μπορεί να βρίσκεται στην πολύ δύσκολη θέση να νιώθει ότι ο γονιός του αγαπά ένα άτομο που ο ίδιος αντιπαθεί και δεν του αρέσει καν. Ή, ότι και ο ίδιος ο γονιός του αρχίζει και συμπεριφέρεται όπως ο νέος σύντροφος…
Στο σημείο αυτό προκύπτουν βέβαια και άλλα ζητήματα που αφορούν τις απώλειες που τα παιδιά και οι έφηβοι βιώνουν με το χωρισμό των φυσικών γονέων και τη δημιουργία της ανασυσταμένης οικογένειας. Όταν οι γονείς χωρίζουν, τα παιδιά νιώθουν ότι χάνουν, από την καθημερινότητά τους τουλάχιστον, το γονέα που φεύγει από το σπίτι. Όταν και ο γονέας με τον οποίο συμβιώνουν ξαναπαντρεύεται, νιώθουν ότι χάνουν και το κομμάτι του γονέα που συμβιώνει με το νέο σύντροφο, ή ότι μπορεί και να τον χάσουν οριστικά. Και, βέβαια, η διαδικασία αυτή θέτει τέλος και στις φαντασιώσεις των παιδιών και των εφήβων ότι οι γονείς τους πρόκειται να τα ξαναβρούν και να είναι ποτέ ξανά μαζί. Η έναρξη της νέας συμβίωσης σηματοδοτεί και το οριστικό τέλος αυτών των φαντασιώσεων και αποτελεί ουσιαστικά μια επιπλέον απώλεια για τα παιδιά και τους εφήβους!
Σε όλη αυτή τη διαδικασία είναι πολύ σημαντικός ο τρόπος διαχείρισης που θα πρέπει σίγουρα «να συστήνεται» με αργούς ρυθμούς. Είναι σημαντικό, στα πρώτα στάδια ιδιαίτερα, να αφεθεί ο βιολογικός γονέας να διαχειρίζεται ο ίδιος τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών του, ιδιαίτερα όσον αφορά τυχόν παρατηρήσεις ή τιμωρίες κλπ. Οι αλλαγές που προτείνονται είναι επίσης σημαντικό να συστήνονται με αργούς ρυθμούς. Είναι σημαντικό ο νέος σύντροφος να προσαρμοστεί αρχικά ο ίδιος στην ήδη διαμορφωμένη οικογένεια και τη δυναμική της και να δοθεί χρόνος σε όλους για συστάσεις και αλλαγές. Αν ο νέος σύντροφος αρχίσει να συστήνει αλλαγές πολύ γρήγορα και απότομα είναι πιθανόν να αποκτήσει τη φήμη του περίεργου, του τυραννικού κοκ. Αντιθέτως, αν είναι πολύ δοτικός, στην αγωνία και την προσπάθειά του να γίνει αποδεκτός, μπορεί να νιώσει τελικά ότι τον εκμεταλλεύονται και ότι δεν εκτιμώνται οι προσπάθειές του. Είναι σημαντικό και από την πλευρά των συντρόφων να σταματήσουν οι εξιδανικεύσεις και οι φαντασιώσεις ότι όλα είναι απλά και, κυρίως, ότι μπορούν εύκολα να «μεταμορφωθούν» σε ένα λειτουργικό σύνολο. Χρειάζεται δουλειά, υπομονή και προσπάθεια…
Τέλος, είναι σημαντικό να τονιστούν ιδιαίτερα και οι περιπτώσεις εφήβων που ωφελούνται ιδιαίτερα από τη συμβίωση με το νέο σύντροφο σε κομμάτια της ζωής τους που δεν είχαν προηγουμένως ενισχυθεί. Πολλοί έφηβοι αναφέρουν χαρακτηριστικά πως γνώρισαν νέες ασχολίες, χόμπι και ενδιαφέροντα από τη στιγμή που άρχισαν να κάνουν παρέα με τον νέο σύντροφο και να τον γνωρίζουν καλύτερα. Αυτό μπορεί να αποτελεί πραγματικά μια πρόκληση για όλους προκειμένου να τίθενται όλα πάντα σε πιο ρεαλιστικές βάσεις. Και, είναι γεγονός, ότι συμβαίνει κι αυτό τελικά: να δηλώνει ο έφηβος, ευχαριστημένος και ικανοποιημένος, ότι ” ήμουνα πολύ τυχερός που γνώρισα αυτόν τον άνθρωπο και μπήκε στη ζωή μου”!