Ο Ντέιβιντ, 32 ετών και σύμβουλος επιχειρήσεων, ζει με τη σύντροφό του τους τελευταίους τρεις μήνες. Ο ίδιος περιγράφει το πρόβλημα που τον απασχολεί: «Είμαι σε μια σχέση εδώ και έναν χρόνο αλλά δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι εάν αυτή είναι η κατάλληλη σχέση για μένα. Βλέπω άλλες γυναίκες στο δρόμο ή στο facebook και δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι εάν θα ήμουν πιο ευτυχισμένος με εκείνες ή πιο ερωτευμένος. Ρωτώ τους φίλους μου να μου πουν τη γνώμη τους. Τσεκάρω ξανά και ξανά το πώς νιώθω για εκείνη, εάν περνάω καλά μαζί της, εάν την σκέφτομαι αρκετά. Το ξέρω ότι την αγαπώ αλλά πρέπει να το επιβεβαιώνω, ξανά και ξανά, κάθε μέρα. Νιώθω κατάθλιψη. Δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο έτσι…» (1).
Η Τζέιν, 28 ετών και ιδιωτική υπάλληλος, έχει σχέση με τον σύντροφό της εδώ και δύο χρόνια και πρόσφατα μετακόμισε για να μείνουν μαζί. Περιγράφει μια διαφορετική εμμονική ενασχόληση με τον σύντροφό της: «Αγαπώ τον σύντροφό μου, γνωρίζω ότι δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτόν, αλλά δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι για το σώμα του… Δεν έχει τις κατάλληλες σωματικές αναλογίες… Γνωρίζω ότι τον αγαπώ και ξέρω ότι αυτές οι σκέψεις δεν είναι λογικές, και είναι εμφανήσιμος. Μισώ τον εαυτό μου που έχω αυτές τις σκέψεις και δεν πιστεύω ότι η εμφάνιση είναι τόσο σημαντικό πράγμα σε μια σχέση, αλλά, απλά, δεν μπορώ να το βγάλω από το μυαλό μου. Το γεγονός ότι κοιτάω άλλους άντρες επίσης με τρελαίνει… Νιώθω ότι δεν μπορώ να τον παντρευτώ έτσι. Γιατί πρέπει πάντα να συγκρίνω την εμφάνισή του με των άλλων αντρών;» (1).
Και οι δύο παραπάνω περιπτώσεις παρουσιάζονται σε άρθρο του επιστημονικού περιοδικού Journal of Obsessive-Compulsive and Related Disorders και αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα περιπτώσεων Ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής που επικεντρώνεται στις σχέσεις (Relationship Obsessive-Compulsive Disorder, ROCD).
Η Ιδεοψυχαναγκαστική διαταταραχή γενικότερα αφορά στην εκδήλωση έμμονων ιδεών και ψυχαναγκαστικών πράξεων/τελετουργικών τις οποίες το άτομο νιώθει «ανήμπορο» να σταματήσει να επαναλαμβάνει και οι οποίες κατακλύζουν διαρκώς το μυαλό του. Το περιεχόμενο αυτών αφορά συνήθως θέματα βρωμιάς/μόλυνσης από μικρόβια ή άλλες ασθένειες, έμμονης τακτοποίησης και τάξης/συμμετρίας ενός χώρου, βίας και επιθετικότητας, θρησκοληψίας, σεξ, ηθικής υπερευαισθησίας (compulsive guilt) κ.ά.
Η Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή που επικεντρώνεται στις σχέσεις (Relationship Obsessive-Compulsive Disorder, ROCD) αφορά αντίστοιχα σε έμμονες ιδέες και ψυχαναγκαστικές πράξεις/τελετουργικά που αφορούν τις προσωπικές σχέσεις εγγύτητας του ατόμου, όπως είναι οι ερωτικές σχέσεις και, αφορά τα συναισθήματα του ατόμου για το/η σύντροφό του, τα συναισθήματα του/ης συντρόφου απέναντί του/ης αλλά και την «ορθότητα/καταλληλότητα» της συγκεκριμένης σχέσης. Επίσης, η Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή που επικεντρώνεται στις σχέσεις, όπως φαίνεται και στα δύο παραπάνω παραδείγματα, μπορεί να αφορά τη σχέση (Ντέιβιντ, 32 ετών) ή τον/ην συγκεκριμένο σύντροφο (Τζέιν, 28 ετών).
Στην πρώτη περίπτωση, οι έμμονες ιδέες και η ανησυχία ενεργοποιούνται συνήθως όταν το άτομο δει άλλα «ευτυχισμένα ζευγάρια» ή όταν νιώσει αρνητικά συναισθήματα παρουσία του συντρόφου του/ης (π.χ. βαρεμάρα, ψυχική δυσφορία). Οι ψυχαναγκαστικές πράξεις/ τελετουργικά μπορεί να περιλαμβάνουν τον εμμονικό έλεγχο της εσωτερικής ψυχικής κατάστασης (π.χ. πόση έλξη νιώθω, πόσο τον/ην αγαπώ, πόσο του/ης λείπω, είναι αληθινή αγάπη, νιώθω σωστά κοκ.), την άμυνα της αδρανοποίησης (neutralizing), (π.χ. να φαντάζεται ότι είναι κάπου ευτυχισμένοι μαζί), την αναζήτηση επιβεβαίωσης (π.χ. να ζητά τη γνώμη των άλλων για τη σχέση του, πώς τους φαίνεται, αν την εγκρίνουν κοκ.) και το επαναλαμβανόμενο τσεκάρισμα της ποιότητας της σχέσης (π.χ. «Είναι καλή η σχέση μας; Είναι όπως θα έπρεπε να είναι;»), (2).
Στη δεύτερη περίπτωση, στην οποία η Ιδεοψυχαναγκαστική διαταταραχή επικεντρώνεται στο/η συγκεκριμένο σύντροφο, οι έμμονες ιδέες και η ανησυχία αφορούν συνήθως κάποιο συγκεκριμένο «μειονέκτημά» του/ης σε κάποιον τομέα, όπως είναι, για παράδειγμα, η κοινωνικότητα, η εξωτερική εμφάνιση, η ευφυία, η ηθική κ.ά. και ενεργοποιούνται από περιστάσεις που φέρνουν στο προσκήνιο ή τονίζουν το ελάττωμα αυτό ή κατά την συνάντηση με άλλους πιθανούς συντρόφους. Οι ψυχαναγκαστικές πράξεις/ τελετουργικά αφορούν συνήθως συγκρίσεις του/ης συντρόφου με άλλους/ες, επαναλαμβανόμενη ανάλυση των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων του/ης συγκεκριμένης συντρόφου, έλεγχο συγκεκριμένων συμπεριφορών και ικανοτήτων του/της συντρόφου κοκ. (2). Τα σημεία σύγκρισης μπορεί να αφορούν πολλούς τομείς, όπως είναι η εξωτερική εμφάνιση (π.χ. έχει μεγάλη μύτη ή δεν έχει ωραίο σώμα), οι κοινωνικές δεξιότητες (π.χ. δεν είναι μορφωμένος, δεν είναι πολύ κοινωνικός, δεν μπορεί να πετύχει στη ζωή κοκ.) ή ακόμη και πιο προσωπικά χαρακτηριστικά όπως, για παράδειγμα: «δεν είναι πολύ έξυπνος», «δεν έχει χιούμορ», «απογοητεύεται πολύ εύκολα», «δεν είναι σταθερός» κοκ.) (3). Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να τονιστεί ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ο εμμονικός αυτός διάλογος είναι εσωτερικός και σιωπηλός, με τον εαυτό, και για το λόγο αυτό είναι και πιο επώδυνος αλλά και πιο δύσκολος στο να ‘αναχαιτιστεί’ από το ίδιο το άτομο. Είναι σαν ένας διαρκής εσωτερικός βασανιστικός μονόλογος…
Ερευνητικά δεδομένα επίσης υποδεικνύουν ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι δύο αυτές υπο-κατηγορίες της Ιδεοψυχαναγκαστικής διαταταραχής που επικεντρώνεται στις σχέσεις (ROCD) συνυπάρχουν και συντηρούν ή διαιωνίζουν η μία την άλλη. Πολλά άτομα περιγράφουν ότι αρχικά απέκτησαν μια εμμονική ενασχόληση με ένα μειονέκτημα του/ης συντρόφου τους (για παράδειγμα, ότι έχει μεγάλη μύτη ή ότι δεν είναι πολύ έξυπνος) και στη συνέχεια η εμμονική ενασχόληση επεκτάθηκε στο να αμφισβητούν γενικότερα την καταλληλότητα της συγκεκριμένης σχέσης.
Σε κάθε περίπτωση είναι πολύ σημαντικό να τονιστεί ότι στην Ιδεοψυχαναγκαστική διαταταραχή που επικεντρώνεται στις σχέσεις οι εμμονές και οι τελετουργικές πράξεις είναι δυστονικές με το εγώ, με άλλα λόγια το άτομο δεν συμφωνεί λογικά με αυτές και δεν επιθυμεί να τον απασχολούν και να τις εκδηλώνει, αλλά παράλληλα νιώθει ότι δεν έχει τον έλεγχο της κατάστασης. Μάλιστα, συχνά βιώνει πολλές ενοχές αλλά και ντροπή για την επικριτική του διάθεση απέναντι στον/ην σύντροφό του/ης και, μάλιστα, συνειδητοποιεί ότι είναι για ασήμαντα πράγματα και ότι ουσιαστικά, με αυτό τον τρόπο, προδίδει την αγάπη του/ης συντρόφου του/ης. Αποτέλεσμα των προαναφερθέντων είναι η εκδήλωση άγχους και καταθλιπτικών συμπτωμάτων στην προσπάθεια του ατόμου να ελέγξει την κατάσταση αλλά και γενικότερα να μπορέσει να «ελευθερωθεί» και να χαρεί τη σχέση με το/η σύντροφό του/ης (4).
Είναι φανερό ότι η εμμονική αυτή ενασχόληση αποτελεί ένα σημαντικό ψυχικό πρόβλημα και ότι το άτομο που την βιώνει χρειάζεται βοήθεια γιατί…αν μη τι άλλο… είναι εξαιρετικά δυσάρεστο να νιώθει κανείς ότι δεν συμφωνεί με αυτό που κάνει αλλά να συνεχίζει να το κάνει επειδή δεν το ελέγχει!
Η ψυχοδυναμική θεραπευτική προσέγγιση της Ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής που επικεντρώνεται στις σχέσεις (Relationship Obsessive Compulsive Disorder, ROCD) θεωρεί ότι μια βαθύτερη ενδοψυχική σύγκρουση αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία εκδήλωσης και ανάπτυξης της συγκεκριμένης συμπτωματολογίας. Η βαθύτερη αυτή σύγκρουση εκκινεί συνήθως από μια επιθυμία (π.χ. επιθετικότητα ή σεξουαλική επιθυμία) και παράλληλα κινητοποιεί και μια αντίδραση από τους άλλους ανθρώπους που θα κατακρίνουν και θα αποδοκιμάσουν την εκδήλωση αυτής της επιθυμίας. Παράλληλα, και το ίδιο το άτομο έχει έναν πολύ αυστηρό εσωτερικό κριτή (υπερεγώ) που κρίνει και καταδικάζει αυτά που σκέφτεται και κάνει (5).
Είναι σημαντικό ο ίδιος ο θεραπευόμενος να αρχίσει σταδιακά να κατανοεί τι πραγματικά τον ενοχλεί και τον αγχώνει και αρχίζει να σκέφτεται εμμονικά και ότι στη συνέχεια κάνει διάφορα ψυχαναγκαστικά τελετουργικά προκειμένου να αποφύγει τις ενοχές που του προκαλούν οι εμμονές του. Ουσιαστικά οι ψυχαναγκαστικές πράξεις και τα τελετουργικά έχουν σκοπό να «προλάβουν» ή να «καθαρίσουν» την απαγορευμένη πράξη…
Η ψυχοδυναμική θεραπευτική προσέγγιση στοχεύει στη δημιουργία μιας ισχυρής θεραπευτικής σχέσης που δεν κρίνει το άτομο και προσεγγίζει με ενσυναίσθηση την αμφιθυμία που περικλείει η προαναφερθείσα εμμονική συμπεριφορά. Είναι σημαντικό το άτομο να κατανοήσει τη διαφορά του ‘σκέφτομαι’ από το ‘πράττω’, με άλλα λόγια ότι επειδή σκέφτηκε κάτι επιθετικό ή κακό δεν σημαίνει ότι το έχει κάνει κιόλας. Επιπλέον, ότι κρίνει πολύ αυστηρά τον εαυτό του και ότι είναι ουσιαστικά ο πιο αυστηρός κριτής του ίδιου του του εαυτού. Τέλος, είναι σημαντικό να καλλιεργηθεί ο εσωτερικός διάλογος και σταδιακά, καθώς προχωρά και η ψυχοθεραπεία, το άτομο να αρχίσει να αντιλαμβάνεται το άγχος που τον κυριεύει αν δεν πραγματοποιήσει τις ψυχαναγκαστικές πράξεις/ τελετουργικά και πώς μπορεί σταδιακά να αρχίσει να τα κατανοεί, να τα ‘αντέχει’ και τελικά να τα ελέγχει.
Βιβλιογραφία
(1). Guy Doron, Danny S. Derby & Ohad Szepsenwol (2014). Relationship obsessive compulsive disorder (ROCD): A conceptual framework. Journal of Obsessive-Compulsive and Related Disorders, 3, 169-180.
(2). Gabriele Melli, Francesco Bulli, Guy Doron & Claudia Carraresi (2018). Maladaptive beliefs in relationship obsessive compulsive disorder (ROCD): Replication and extension in a clinical sample. Journal of Obsessive-Compulsive and Related Disorders, 18, 47-53.
(3). Guy Doron & Danny Derby (2014). Relationship OCD, International OCD Foundation, https://iocdf.org/expert-opinions/relationship-ocd/
(4). Guy Doron, Danny S. Derby, Ohad Szepsenwol & Dahlia Talmor (2012). Tainted love: Exploring relationship-centered obsessive compulsive symptoms in two non-clinical cohorts. Journal of Obsessive-Compulsive and Related Disorders, 1, 16-24.
(5). Falk Leichsenring & Christiane Steinert (2016). Psychodynamic therapy of obsessive‐compulsive disorder: principles of a manual‐guided approach. World Psychiatry, 15(3), 293-294.
(6). Guy Doron, Danny S. Derby, Ohad Szepsenwol & Dahlia Talmor (2012). Flaws and all: Exploring partner-focused obsessive-compulsive symptoms. Journal of Obsessive-Compulsive and Related Disorders, 1, 234-243.